- Οιλευς
- Ὀϊλεύς(ῑ), стяж. Οἰλεύς -έως, эп. ῆος ὅ Оилей или Элей1) предводитель локров, отец Эанта младшего и Медона Hom.2) троянец, убитый Агамемноном Hom.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Ὀιλεύς — Ὀϊλεύς , Ὀϊλεύς Oïleus masc nom sg Ὀιλεύς Oïleus masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Οιλεύς — Οἰλεύς, ὁ (Α) ηγεμόνας των Οπουντίων Λοκρών, πατέρας τού ομηρικού ήρωα Αίαντος. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αρχ. ανθρωπωνύμιο που μαρτυρείται ήδη στη Μυκηναϊκή με τη μορφή owiro, ενώ η άποψη ότι ανάγεται σε τ. Fιλεύς δεν θεωρείται πιθανή] … Dictionary of Greek
Οἰλεύς — Oïleus masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλέως — Ὀϊλέω̆ς , Ὀϊλεύς Oïleus masc gen sg Ὀϊλέως , Ὀϊλεύς Oïleus masc nom sg (epic ionic) Ὀιλέω̆ς , Ὀιλεύς Oïleus masc gen sg Ὀιλεύς Oïleus masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Оилей — Оилей, Элей (др. греч. Οἰλεύς или Ὀϊλεύς) в древнегреческой мифологии[1] царь локров в Опунте. У Гесиода, Стесихора и Ликофрона его имя пишется Илей[2]. Сын Леодака и Агрианомы, из города Нарики; либо сын Аполлона и Уреи[ … Википедия
Οἰλέως — Οἰλέω̆ς , Οἰλεύς Oïleus masc gen sg Οἰλεύς Oïleus masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλεῖ — Ὀϊλεῖ , Ὀϊλεύς Oïleus masc dat sg Ὀιλεύς Oïleus masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλῆα — Ὀϊλῆα , Ὀϊλεύς Oïleus masc acc sg (epic ionic) Ὀιλεύς Oïleus masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλῆι — Ὀϊλῆι , Ὀϊλεύς Oïleus masc dat sg (epic ionic) Ὀιλεύς Oïleus masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλῆος — Ὀϊλῆος , Ὀϊλεύς Oïleus masc gen sg (epic ionic) Ὀιλεύς Oïleus masc gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὀιλέα — Ὀϊλέᾱ , Ὀϊλεύς Oïleus masc acc sg Ὀιλέᾱ , Ὀιλεύς Oïleus masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)